Το εργαλείο της δουλειάς ένα χειροποίητο τρίγωνο από πεταμένες σιδερόβεργες από κάποια οικοδομή. Τα καλύτερα αποτελέσματα τα είχαμε με χοντρά σίδερα και ακόμα καλύτερα με ατσαλένια. Ήταν όμως πολύ δύσκολο να τα επεξεργαστούμε και ψάχναμε κάποια οικοδομή όπου είχαν απέξω εκείνο τον πάγκο με τα δύο κοντά σίδερα ανάμεσα απ’ τα οποία οι οικοδόμοι πέρναγαν τις σιδερόβεργες και τους έδιναν σχήμα. Αν τα καταφέρναμε μ΄αυτόν τον τρόπο το επόμενο δύσκολο πρόβλημα ήταν να κόψουμε το σίδερο που περίσσευε. Εδώ τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα μιάς και αντίστοιχα εργαλεία δεν ήταν διαθέσιμα. Με πέτρες καλέμια και ότι άλλο μπορούσαμε να βρούμε κοπανάγαμε ολημερίς μπας και κοπεί το σίδερο. Γρατσουνιές, μώλωπες, θλάσεις σε χέρια και πόδια, κοψίματα και όλοι οι πιθανοί μικροτραυματισμοί ήταν συνεχόμενοι και ιδιαίτερα οδυνηροί επειδή κατά κανόνα έδιναν την πιο συνηθισμένη αφορμή στις μανάδες να κλείσουν τον κύκλο με τις απαραίτητές σφαλιάρες. Αν καταφέρναμε και κάποιος από τους εργαζόμενους στις οικοδομές προσφερόταν να μας τελειοποιήσει το κατασκεύασμα, τότε ήμασταν ευχαριστημένοι. Για αγορά έτοιμου τρίγωνου απ’ το ψιλικατζίδικο του Παρασκευά ούτε κουβέντα. Όταν αργότερα εγκαταστάθηκε ο πατέρας του Κώστα του Δεμερτζή που ήταν σιδεράς στη γειτονιά μας και μπορούσε να μας φτιάξει ότι επιθυμούσε η ψυχή μας, τότε δυστυχώς είχαμε εγκαταλείψει την συνήθεια αυτή επειδή ως μεγάλοι δεν επιτρεπόταν να βγαίνουμε με τους πιτσιρικάδες. Όσοι βέβαια αγνόησαν την ηλικιακή διαφοροποίηση και συνέχισαν να λένε τα κάλαντα όντας μεγαλύτεροι είχαν πεδίο ευρύτατο δράσης μπαίνοντας στα λεωφορεία και γυρνώντας μέχρι αργά το απόγευμα στο λεκανοπέδιο. Το δε μεροκάματο ήταν αξιοπρεπέστατο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου