Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Άγουρα χρόνια σε μια Αθήνα που μεγάλωνε με τρομερούς ρυθμούς. Μια Αθήνα που γέμιζε επαρχία με κουλτούρα επαρχίας με τη μικροαστική τάξη με τους εργάτες τους βιοπαλαιστές τους παρατρεχάμενους, μια Αθήνα του 50 που έβγαινε από την κατοχή και τον εμφύλιο και δέχονταν φιλόξενα κάθε ένα που έτρεχε σ'αυτή.
Μικρά σπιτάκια με αυλή που σε κάθε δωμάτιο έμενε μια οικογένεια, σπίτια χτισμένα με πέτρες, δυό δωμάτια και σάλα για τα καλά , ένα δωμάτιο για τα χαμόσπιτα που μάζευαν όλη την οικογένεια και όχι μόνο. Όλα όμως την αυλή τους και τον κήπο τους. Πόσο διέφεραν οι αυλές και πόσο εύκολα ξεχώριζες την προέλευση των νοικοκυραίων. Λαχανικά δέντρα και κοτέτσια σε κείνους που ήρθαν πρόσφατα απ’ την επαρχία, λουλούδια σε κείνους που μέτραγαν πάνω από μια γενιά εδώ.
Η γειτονιά μου στο ρέμα στο Κατσιπόδι βρίσκονταν στο τέλος της Αθήνας προς τα νότια και ήταν η τελευταία περιοχή που ίσχυαν πολεοδομικοί κανόνες. Από κει και κάτω μέχρι το άλσος της Νέας Σμύρνης και πιο ψηλά στη δεξαμενή που ήταν το σχολειό μου και το ορφανοτροφείο άχτιστες περιοχές που έβοσκαν πρόβατα και τα λέγαμε στα χωράφια. Ήταν ο χώρος που έπαιζαν μπάλα τα παιδιά που έμεναν στο Φάρο. Ήταν πιο δυνατοί από μας πιο τσαμπουκάδες και τους φοβόμασταν. Σπάνια μπορούσαμε να πάμε να παίξουμε αντίπαλοί τους. Κι όμως εμείς στη γειτονιά είχαμε πολύ καλύτερες ομάδες και είχαμε και το γήπεδο το Φοίβο.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Τάβλι στο μπαράκι

Το απόγευμα εκείνο η μονομαχία ήταν στην πιο κρίσιμη καμπή και οι θεατές χωρισμένοι στα δύο υποστήριζαν τον κάθε ένα απ’ τους παίκτες . Άλλοι αφοσιωμένοι στην παρτίδα και άλλοι να δίνουν οδηγίες αποδοκιμάζοντας ή επιδοκιμάζοντας ανάλογα με την περίπτωση και δημιουργούσαν έντονο εκνευρισμό στην ομάδα. Μεταξύ των θεατών ο Γιάννης ο ψηλός που κρατούσε στο χέρι του το πιατάκι με το ζεστό γαλατομπούρεκο και στο άλλο το πιρούνι περιμένοντας την εξέλιξη προκειμένου να συνεχίσει το απολαυστικό γλυκό. Με ταχυδακτυλουργικό τρόπο το γλυκό εξαφανίσθηκε και ολόκληρο τοποθετήθηκε στο στόμα του Αντώνη που πιο δίπλα έβλεπε κι αυτός την παρτίδα αλλά δεν μπορούσε να αντισταθεί στη θέα και μυρουδιά του γλυκού που αιωρείτο μπρος στη μύτη του. Ο ήχος απ’ το πιρούνι στο άδειο πιατάκι έβαλε σε υποψίες τον Γιάννη που γυρνώντας βλέπει έκπληκτος το γαλατομπούρεκο να απουσιάζει και κοιτώντας τριγύρω είδε τον Αντώνη που δεν είχε προλάβει να καταπιεί το γλυκό μπουκωμένος. Η παρτίδα προσωρινά διακόπηκε και το ενδιαφέρον στράφηκε στη αψιμαχία των δύο όρθιων που βρίσκονταν επί θύραις..
Ο Γιάννης αγριοκοίταξε τον Αντώνη εκείνος χαμογέλασε αμήχανα και απαίτησε την αποζημίωση εις διπλούν.
Τα πράγματα πήραν το δρόμο τους, η παρτίδα επαναλήφθηκε χωρίς όμως τους θεατές μιάς και το ενδιαφέρον μετατοπίσθηκε αλλού.

Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Τάβλι στο μπαράκι

Το τραπεζάκι δίπλα στον τοίχο προφύλασσε απ΄τη μια μεριά τους παίκτες όμως δεν άφηνε χώρο σε όλο τον κόσμο που ήθελε να παρακολουθήσει την τιτανομαχία ανάμεσα σε δυό άσπονδους φίλους και γείτονες τον Σάκη και τον Μιχάλη στις μυθικές παρτίδες τάβλι που έδιναν σε τακτική βάση. Το μπαράκι μας άρχιζε να γεμίζει κόσμο καθώς έρχονταν το βραδάκι, και μετά τις πρώτες κουβέντες με τον καφέ στο χέρι διαμοιραζόμασταν σε δυό ομάδες και σκύβαμε πάνω απ’ τους μονομάχους που έπαιζαν το γαλατομπούρεκο στα ζάρια.
Ο Σάκης ψηλός, αδύνατος με το κατσαρό μαλλί του με ένα χαμόγελο που σε «αποπροσανατόλιζε», και ο Μιχάλης με το σακκάκι του αδύνατος ολυμπιακός, παίχτης γενικά, με την εφημερίδα το φως των σπορ στη μασχάλη και πειράγματα στοχευμένα στον αντίπαλό του, και υποτιμητικά με χαρακτηριστική προφορά «έλα βρε αγόρι μου!!!».
Ο ένας επιθετικός και ανυπόμονος ο άλλος μεθοδικός με τον αέρα του σπουδαίου. Το ζάρι όταν ήθελε το Σάκη έφερνε γρήγορα εκνευρισμό στο Μιχάλη κι όταν απ’ την άλλη κέρδιζε ο Μιχάλης ο Σάκης τριβόταν στην καρέκλα του έτοιμος για κοπάνα.
Δύο πράγματα ήταν ικανά να διακόψουν την παρτίδα, για τον Σάκη η προβολή στην τηλεόραση του «Αγνωστου Πόλεμου» και για το Μιχάλη το σχόλασμα της κοπέλας του απ’ το σχολείο που δεν διαπραγματευόταν για τίποτε να μην τη συνοδέψει κουβαλώντας την τσάντα της. Όταν τέλειωναν τα παραπάνω μπορεί η παρτίδα να επαναλαμβανόταν.