Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Θυμήσου...

Θυμήσου ένα βράδυ στ’ αυτοκίνητο έξω απ’ το σπίτι σου τότε που ήμουν τόσο καλά που προγραμματίζαμε ένα όμορφο δέσιμο για μας σε κάποιο στέκι με τους δικούς μου και τους δικούς σου με την ευτυχία και τη χαρά δοσμένη σε όλους τους δικούς μας ανθρώπους. Ήταν μια τόσο όμορφη βραδιά που απορώ πως και δεν χοροπήδαγα απ’ τη χαρά μου τότε και χοροπηδάω τώρα που τη σκέφτομαι. Ας είναι.. Κείνες οι ώρες φύγαν και έμενε η σκέψη τώρα. Μια καινούργια έκφραση ζωής τώρα με φέρνει σε καινούργια επίπεδα προγραμματισμού και ανακαλύπτω κάνω βεβαιότητα ότι διακοπές πια χωρίς εσένα είναι αδιανόητες. Και το νησί χωρίς την δική σου παρουσία δίνει την αίσθηση έλλειψης έντονη μάλιστα. Κι αυτό γιατί δεν περνά ώρα χωρίς να σ’αναζητήσω δεν υπάρχει στιγμή μοναξιάς ή χαράς που να μη αναζητήσω τη δική σου συντροφιά. Πεισματικά η σκέψη σε τοποθετεί τώρα πολύ ψηλά και επισκιάζει κάθε άλλη ιστορία απ’ το παρελθόν σε φέρνει μοναδικά στην επικαιρότητα και σέχω σύμβολο και σκέψη παντοτινή και θεία για μένα. Πιστός σύντροφος θα πρέπει νάσαι για να μπορέσεις να αντέξεις το βάρος του ναι που τολμηρά θα σου ζητήσω να πης όταν θα σου χαρίσω το πιο πολύτιμο στοιχείο που έχω και που μ’ αυτό θα πορευτούμε σαν συνύπαρξη προς την τελειότητα αν θες ή την καταστροφή, αν όλα έρθουν ενάντια. Δυο γλάροι κάναν κύκλους γύρω απ’ το καΐκι του Τζώρτζη και βουτούσαν κάθε τόσο να πιάσουν ψάρια που πέταγαν απ’ τα δίχτυα καθώς ξεψάριζαν τα άχρηστα ψάρια, κι ύστερα με δυό δυνατά τινάγματα των φτερών σηκώνονταν και πέταγαν μακριά εκεί στο ξώπετρο που θαρρείς θα πρέπει νάχουν τις φωλιές τους. Κι είναι όμορφο να βλέπεις τέτοιες εικόνες. Πολύ όμορφο και ταυτόχρονα φυσικό και πολύ κοντά στο ανθρώπινο. Πλασμένη κι αυτή η εικόνα όπως και τόσες άλλες απ’ το δυνατό πέσιμο της ανθρώπινης υπόστασης ενάντια στον αγώνα που θα φέρει σίγουρα στο τέλος που πρόσμεναν στις προσευχές ή τις προσταγές τους. Περίεργο αυτό. Πως μπορούν να μονιάσουν και να προσαρμοστούν τούτες οι έννοιες και πως δεν συγκρούονται οι λογής λογής απόψεις γύρω απ’ τα ζωτικά θέματα της ύπαρξης κάθε νέου στοιχείου που προβάλλει σαν απαίτηση ή αξίωση κάθε μέρα και περισσότερο.
Γ.Λ.

Σάββατο 21 Απριλίου 2012

Συμβάσεις..

Ίσως σκεφτείς ότι δεν υπάρχει λόγος τώρα να σκέφτομαι εκείνες τις μέρες ή να νοιώσω επηρεασμένος απ’ όλα αυτά γιατί πέρασαν. Δίκιο έχεις όπως δίκιο έχει κι ο καθένας που είναι έξω από όλα αυτά. Γιατί σκέψου πως περνάν όλες εκείνες οι ώρες που η αίσθηση η κατάσταση η ανάγκη και η επιθυμία. Ζητούν κάτι πιότερο απ’ το μέτρο και δεν μπορώ να ξεφύγω γιατί το μέτρο τώρα έγινε τρόπος ζωής και ετσιθελική επιβολή για κάθε τι. Δεν θέλω να με λυπηθείς ούτε και ζητώ από κανένα να με βοηθήσει με μια καλή κουβέντα. Κατάλαβε επιτέλους ότι δεν θέλω τον οίκτο κανενός ούτε ακόμη και του εαυτού μου. Πολλά «μη» κυριαρχούν στο καθετί που κάνω ή που θέλω να κάνω, και ζυγιάζω απ’ τη μια την ευθύνη κι απ’ την άλλη την ανάγκη. Ζω ανάλογα και αυτό σημαίνει πως η ζυγαριά γέρνει προς την ευθύνη. Ως πότε όμως; Βόηθαμε γιατί μόνο από σένα δέχομαι αλλά και θέλω βοήθεια. Γιατί ξέρω πως εσύ δεν το κάνεις από οίκτο αλλά από αγάπη. Μπορώ ανενδοίαστα να πω κάτι τέτοιο; Είναι σίγουρο ή θα σκοντάψει σε κάποιο τραγικά σοβαρό λάθος και τότε όλα θα καταστραφούν τελεσίδικα και ολοκληρωτικά, και θα πρέπει για μένα κάποια καινούργια αρχή; Και δεν πιστεύω πως θα υπάρξει για μένα δύναμη για κάποια καινούργια αρχή. Τα ξέρεις όλα αυτά τα έχουμε πει θα τα πούμε για μια ακόμη φορά όταν θα κρίνω σκόπιμο για μας και τότε οι αποφάσεις θάναι τελεσίδικες και οριστικές για την παρακάτω πορεία μας . Αναρωτιέμαι ήρεμα κι απλά θα αντέξεις άραγε την τελευταία εκείνη έκφραση ή θα σταθείς ανήμπορη να απαντήσεις. Και για μένα αυτό θάναι το τέλος. Γιατί ξέρεις πως αν σταθείς έστω και για μια στιγμή διστακτική θα προλάβω να αποφασίσω εγώ.

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Όρτσα τα πανιά...

Όρτσα τα πανιά λοιπόν στέριωσε καλά το φλόκο τράβα σκοινιά γερά και γύρνα την πλώρη κόντρα στο κύμα. Κάνε το σταυρό σου στην παναγιά του νησιού σε τούτη την προστάτιδα τώρα και αφέσου στη δική της μέριμνα. Αγαπά καλά τους ψαράδες αυτή και ξέρει την έγνοια της. Ας είναι κι αυτό έτσι. Οι μέρες κυλούν χωρίς βιασύνη σε τούτο το ήμερο και ήρεμο ξέσπασμα μιάς απόκοσμης έκρηξης. Και πίσω απ’ όλα αυτά τι κρύβεται άραγε;
Μήπως μια καινούργια αγωνία ή η αλήθεια μιας νέας αρχής που καθοριστικά θα ζητήσει να πάρει θέση στην ύπαρξη; Ποιος μπορεί να ξέρει αληθινά και προσαρμοστικά να δείξει πρόνοια γι όλες αυτές τις αλήθειες που είναι λοιπόν τα στολίδια;
Μου είπαν πως κρύφτηκες και γω έστειλα τους γλάρους και τα άλλα ψαροπούλια να σε βρουν. Στολίδι εσύ στους γιαλούς και στα πέλαγα φοβάμαι μη σε κλέψουν. Μην κι αρχίσουν να σε διαφεντεύουν οι καραβοκύρηδες κι αρνήθεις εμένα που ανήμπορος να ταξιδέψω αληθινά σ’ ακολουθώ με τη σκέψη. Δεν τη μπορώ αληθινά τούτη τη στατική ζωή μα τι να κάνω θαρρείς το θέλω; Ποιος ζητά το θάνατο σ’ όποιον σε όποια του μορφή όταν η ζωή τον προκαλεί στις χαρές της; Δεν μπορεί νάνε αληθινή αυτή η έννοια, και με κοίταξες γλυκά και τρυφερά και άπλωσες ανοιχτά τα χέρια σου να μ’ αγκαλιάσεις και μίκρυνες το χρόνο και την απόσταση έσβησες, και με φίλησες απαλά σαν θεία κοινωνία και έμεινα εκστατικός και κοιτώ το θαύμα που τώρα δα υλοποιήθηκε εδώ μπροστά και γίνηκε αίσθηση και αλήθεια. Παρηγοριά σίγουρα. Που ήμουν πριν περάσω τούτο το όνειρο; Και συ τι ζητάς σ’ εκείνο τον κόσμο φτιασιδωμένη για γιορτή τώρα που όλα θέλουν ηρεμία και γαλήνη για να ζήσουν.
Γλυκό το πρόσωπό και η βαθύτερη έννοια για μένα η ισορροπία που μου χαρίζεις να σταθώ μπροστά στο αύριο δυνατός ύστερα από την αδυναμία και την αίσθηση του θανάτου που ένοιωσα το Μάρτη θυμήσου, θυμήσου αγαπημένη κείνες τις μέρες. Τότε που προσπαθώντας κάτι  έφτασα χωρίς πρόνοια αλλά και από άγνοια στο τέλος. Πως άντεξα κι ακόμη περισσότερο εσύ πως άντεξες;

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Μέρες Ιούλη 78...

Η βάρκα κίνησε απαλά γλιστρώντας στη γαλαζοπράσινη απεραντοσύνη και μένα πιστό οραματιστή σου. Και πως στ’ αλήθεια να σε κάνω δική μου σε τούτα τα ξένα τα μέρη που φοβάμαι μήπως τυχόν γοητευθείς κι αγαπήσεις πιότερο τα βράχια και το κύμα από μένα, μήπως δοθείς στον εκστασιασμό που θα σου χαρίσουν οι συγκινήσεις του καινούργιου τρόπου ζωής, και γω γίνω καθημερινότητα και ρουτίνα για σένα.
Ζωγράφισα μια βάρκα στη σκέψη, εδώ μπροστά στο άνοιγμα του λιμανιού και τη βάφτισα το δικό σου όνομα με χρώματα βγαλμένα από την ανάγκη. Κανείς δεν τα ξέρει τούτα  τα χρώματα αν δεν τον σφίγγει ή έγνοια και δεν τον ποτίζει η αγάπη με τα δικά της μαγικά φίλτρα. Κι ύστερα άνοιξα πανιά τρέχοντας και στη γεύση της αρμύρας που πότιζε το στόμα ανακατωμένη με τον ιδρώτα φτιάξαμε την πορεία μας ενάντια στην καθημερινή φροντίδα και σαλπάραμε. Φύγαμε για την πατρίδα που νοσταλγήσαμε και προσμέναμε έστω και ναυαγοί να βρεθούμε αγνάντια στην αλήθεια του ονείρου μας. Προσπεράσαμε απαλά τα δύο σφιχταγκαλιασμένα νησάκια και τραβήξαμε ευθεία, ένα άλλο νησί μας έκοβε τον δρόμο τώρα. Χοντροκομμένο και ψηλό κι αυτό τόλεγαν Παχιά οι ψαράδες και πέρα απ’ αυτό η Μακριά. Το άλλο νησί.
Αναζητώντας κάποιο θρίαμβο γυρίσαμε ανέμελοι στο μικρό λιμανάκι, ενώ μακριά δέσποζε αγέρωχος ο βράχος της Παναγίας. Και πίσω στην απέναντι μεριά η Σαντορίνη. Είναι δοσμένα όλα εδώ σε ένα δικό τους μέτρο σε μια δική τους έκφραση που μπορείς όμως να αφομοιώσεις γοητευτικά κι αβίαστα. Σωστά στην τελευταία έκφραση. Ας είναι..
Ξεκίνημα καινούργιο πρέπει για να μην σκουριάσει η τελευταία έννοια και γίνει ανάμνηση κάθε επιθυμία.