Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

Τα "γεροντοκαμάκια"

Ας επιστρέψουμε πάλι στην εποχή εκείνη, να δούμε και μια άλλη κατηγορία καμακιών τα λεγόμενα γεροντοκαμάκια.
Το σπορ αυτό δεν θα μπορούσε να μείνει προνομιακά στη νεαρή ηλικία μιας και οι ευκαιρίες ήταν τόσες πολλές που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν μεγάλη μερίδα αντρικού κόσμου που έβλεπε πόσο ευκολότερο είναι να έχεις γυναίκα από το να έχεις μόνο μια. Οι πειρασμοί πολλοί, το προσφερόμενο όμως προϊόν έστω και σιτεμένο πρέπει να εξέπεμπε κάτι. γιατί πάντα υπήρχε περιθώριο. Οι πραγματικά άξιοι και οι καρικατούρες συνιστούσαν την ομάδα των κάποιας ηλικίας καμακιών. Οι μεγάλοι που δεν εγκατέλειψαν ποτέ το σπορ, και την εποχή αυτή βρήκαν την ευκαιρία να το τελειοποιήσουν και να το οδηγήσουν σε πολύ υψηλά επίπεδα. Οι άλλοι απλά το γελοιοποιούσαν. Ο στόχος των καμακιών της κατηγορίας αυτής ήταν οι κυρίες μικρομεσαίας ηλικίας, ίσως και μερικές εξαιρετικά προκλητικές της μεσαιομεγαλύτερης. Εδώ οι απαιτήσεις ήταν λίγο διαφορετικές. Η ποιότητα έμπαινε σε λίγο μεγαλύτερη δόση γιατί σημασία είχε και το μετά. Στην ηλικία τη δική μας το μετά ίσως δεν είχε τη σημασία που θα αποκτούσε με την πάροδο των χρόνων. Το ένστικτο ήταν πιο δυνατό κι η ποιότητα υποχωρούσε μπροστά στην ανάγκη. Στην μεσαία ηλικία το καλό καμάκι έπρεπε να πείθει και για το μετά μιας και η δράση είχε τις δικές της σταθερές και οι στιγμές της αποφόρτισης και επαναφόρτισης έπρεπε να είναι εξίσου συναρπαστικές. Εδώ ξεχώριζαν οι πραγματικοί «ιδεολόγοι», εκείνοι που ήξεραν τι ακριβώς ήθελαν και πώς να το πάρουν από εμάς τους νεαρότερους που κατά βάση μας ενδιέφερε να πάρουμε.   Η εμπειρία της ζωής διαμορφώνει άλλα αξιακά πρότυπα σε όλους τους τομείς της  πολύ δε περισσότερο στον τομέα αυτό. Το καμάκι της μέσης ηλικίας είχε μια τελειότητα και μια αρμονία που συνόψιζε το ζητούμενο στη μεγάλη κατηγορία των ανερχόμενων του αθλήματος. Ας μην ξεχνάμε πως η ίδια η ζωή με τις διαφορετικές της εκφράσεις φτιάχνει την δυνατότητα για μια καλή πορεία τις σκοτεινές εποχές του χειμώνα στο  μικρόκοσμο της πόλης που κατά βάση αποτελεί το χώρο που θα κινηθούμε τις πιο πολλές εποχές της ζωής μας ίσως ολόκληρης της ίδιας μας της ζωής.   

Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011

Λίγο ακόμη καλοκαίρι..

Η βραδινή δουλειά σαν τέλειωνε, μας έστελνε με την Γερμανίδα φίλη μου, ξημερώματα στο σπίτι ένα «room to let», με δυό πολύ κοινά μονά κρεβάτια που βρίσκονταν ενωμένα, με τα σεντόνια πάντα ακατάστατα, και τα λιγοστά μας καλοκαιρινά υπάρχοντα ατάκτως ερρειμένα. Ένα δροσερό ντους έδιωχνε  τον ιδρώτα της δουλειάς προκειμένου να είναι καθαρή η τελευταία πράξη του 24ώρου, και ο νέος ιδρώτας να είναι κοινός ανάμεσα στους δυό μας. Το ξύπνημα τεμπέλικο μετά από ένα χορταστικό ύπνο μετά το μεσημέρι, και πριν διώξουμε το βραδινό ιδρώτα φροντίζαμε να τον φρεσκάρουμε για κάμποση ώρα, να τον διώξουμε με ένα καινούργιο λουτρό και να βγούμε σε αναζήτηση ανοιχτού μαγαζιού για να φάμε. Την ώρα αυτή του απομεσήμερου  κανείς δεν μπορούσε να μιλήσει για πρωινό και οι επιλογές ήταν δύο. Αν ήθελε κάποιος να φάει μετά τις τρεις το μεσημέρι, έπρεπε να έχει προσωπική γνωριμία με τους ιδιοκτήτες τριών τεσσάρων μαγαζιών ή έπρεπε να πάμε στις παραλίες όπου υπήρχε ανοιχτό μαγαζί για φαγητό. Πολλές φορές προτιμούσαμε να μείνουμε στη Χώρα όπου αν βρίσκαμε ανοιχτό μαγαζί  απολαμβάναμε ένα τυπικό φαγητό «μια σαλάτα μια μπριζόλα και μία “cheese” καθώς και ένα ποτήρι μπύρα».
Επειδή σπάνια βρίσκαμε την ώρα αυτή  ανοιχτό τον Άρη, κι επειδή ο Λευτέρης μόνο κανένα αυγό μπορούσε να φτιάξει, αποφασίζαμε να τρώμε σε ένα μικρό ταβερνάκι της κυρά Άννας ψηλά κοντά στην εκκλησία του Αγ. Χαράλαμπου, όπου ήμασταν οι μόνοι πελάτες την ώρα εκείνη και η ταβέρνα διημέρευε... Η κυρά Άννα πρόθυμη μας τηγάνιζε νοστιμότατους κεφτέδες απροσδιόριστης σύνθεσης, και μας έφτιαχνε μια πολύ πλούσια «Greek salad» . Μέχρι να έρθει το φαγητό απολαμβάναμε μια μπύρα, και δεν χάναμε την ευκαιρία να προβούμε σε περιπτύξεις κάτω απ΄το τραπέζι. Ένα μεσημέρι περιμένοντας το σερβίρισμα παρατήρησα το γιό της κυρά Άννας, δεκαπέντε περίπου χρονών μελαχρινό με σγουρά μαλλιά και κάμποσες τρίχες στο πάνω χείλος, προάγγελος ενός σπουδαίου μελλοντικού μουστακιού,  πίσω απ΄το ψυγείο να κοιτάζει λαίμαργα το τραπέζι μας και μάλιστα κάτω απ’ αυτό. Τον κοίταξα και κόκκινος από ενοχές έφυγε απ΄τη θέση του για λίγο για να ξαναγυρίσει πιο αποφασισμένος. Με κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο ικεσία και συνωμοτική διάθεση, του έκλεισα το μάτι και προσπάθησα να του προσφέρω όσο περισσότερο live πρόγραμμα μπορούσα.  Γίναμε συνένοχοι στο κρυφό αυτό live show και με περίμενε πάντα τα μεσημέρια να πάω στο μαγαζί της μάνας του για να απολαύσει ο καθένας το δικό του φαγητό πάντα με την ένοχη κι απ’ τους δυό μας συμφωνία. To show τέλειωνε με τον ερχομό των κεφτέδων και ο νεαρός εξαφανιζόταν προς άγνωστη πλην προβλέψιμη κατεύθυνση.

Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Ο Γιάννης ο μικρός..

Ο πιο μικρός της παρέας ο Γιαννάκης κατέβηκε κι αυτός με τη θρυλική «Ευαγγελίστρια» μετά από ένα μακρύ ταξίδι σαν τις ταινίες του Αγγελόπουλου. Από το κατάστρωμα του καραβιού είχε αρχίσει τις γνωριμίες στις οποίες υποσχόταν ονειρεμένη διαμονή στο νησί φυσικά με την απαραίτητη παρουσία και του ίδιου στην συντροφιά. Άσπρη στενή βερμούδα κοκκινόασπρο πουκάμισο, μαλλάκι μακρύ, όμορφο στυλ, μαθητής ακόμη στο Γυμνάσιο της Δάφνης, όλα τα προσόντα μαζί του για μια λαμπρή καριέρα στο απαιτητικό αυτό σπορ.  Όμως ενώ η αυτοπεποίθηση περίσσευε του έλλειπε ο τρόπος. Αντί να προκαλέσει την έκκριση ορμονών προκαλούσε την έκλυση γέλιου. Τα κατάφερνε πραγματικά πολύ καλά στον τομέα αυτό. Ο τρόπος του ήταν μοναδικός. Τρία καμάκια πραγματοποίησε τρία ταξίδια στον Πειραιά πραγματοποίησε συνοδεύοντας μέχρι το αεροπλάνο το κάθε καμάκι του. Θα έλεγα πως μετά την δραστηριότητα αυτή κάτι του έμεινε, και συνέχισε το ίδιο τρόπο ζωής μέχρι που παντρεύτηκε πολλά χρόνια μετά κάποιο απ’ τα καμάκια του. Κοντά στα πενήντα πέντε  του τώρα γυρίζει πίσω ψάχνοντας τον αδύνατο εκείνο νεαρό που έτρεχε πίσω από τις ξανθιές φίλες του με το μαλλάκι να ανεμίζει και την κενή τριχών τωρινή κεφαλή του να μη θυμίζει σε τίποτε την ηρωική εκείνη εποχή.
Έτσι είναι η ζωή ακόμη και για τα σπουδαιότερα καμάκια..